- αγγρέκο
- (angraecum).Διάφορα καλλωπιστικά φυτά της οικογένειας των ορχιδιδών. Είναι μονοετή ή ποώδη φυτά της Μαδαγασκάρης και της τροπικής Αφρικής, με εναέριες ρίζες με τις οποίες στηρίζονται σε άλλα φυτά. Τα φύλλα τους είναι τοποθετημένα σε δύο σειρές στον βλαστό, απλωτά ή διπλωμένα, με πλατύ κολεό. Τα άνθη τους είναι ζυγόμορφα, χωρίζονται δηλαδή σε δύο ίσα μέρη από ένα επίπεδο που περνά από τον άξονά τους. Εμφανίζονται τον χειμώνα στο άκρο ενός στελέχους, συνήθως σε ταξιανθία και σπάνια ένα-ένα. Τα φυτά αυτά καλλιεργούνται ως διακοσμητικά και σε εκτός της Αφρικής περιοχές. Για την καλλιέργειά τους σε θερμοκήπια χρειάζεται σχετικά υψηλή θερμοκρασία και μεγάλη υγρασία για να μην ξεραίνονται οι εναέριες ρίζες τους. Τα πιο σπουδαία είδη είναι: 1. Α. το μεγαλοπρεπές,φυτό της Μαδαγασκάρης ύψους 120-140 εκ., με λευκοπράσινα άνθη. 2. Α. το κίτρινο, ύψους7-10 εκ. με λευκά ή κιτρινόλευκα άνθη. 3. Α. το σεμνό,ποώδες φυτό με λευκά άνθη. 4. Α. το αρωματικό από τα φύλλα του οποίου παρασκευάζεται αφέψημα με χωνευτικές ιδιότητες.
Dictionary of Greek. 2013.